Δήμητρα- Ο μύθος της Περσεφόνης
Η Περσεφόνη ήταν κόρη του Δία και της θεάς Δήμητρας, η οποία ήταν η θεά της καρποφορίας και της γονιμότητας. Η ομορφιά της ήταν τόση, που ο Πλούτωνας, θεός του Άδη, την ερωτεύτηκε και αποφάσισε να την κλέψει. Μια μέρα λοιπόν, καθώς η Περσεφόνη μάζευε λουλούδια μαζί με τις Ωκεανίδες νύμφες, απομακρύνθηκε για να κόψει έναν νάρκισσο, όταν ξαφνικά η γη άνοιξε στα δύο. Τότε ξεπρόβαλε ο Πλούτωνας με το άρμα του και άρπαξε την κοπέλα στον Κάτω Κόσμο, χωρίς κανείς να αντιληφθεί τι είχε συμβεί. Η Δήμητρα έψαχνε μάταια την κόρη της και από την στεναχώρια και τα δάκρυά της, μαράζωσαν η γη και οι καλλιέργειες. Οι άνθρωποι πεινούσαν και οι μέρες περνούσαν χωρίς να φανεί η Περσεφόνη. Μια μέρα ο Ήλιος, έχοντας δει τα πάντα, λυπήθηκε την Δήμητρα, της είπε τι συνέβη και τότε ο Δίας, παρακινημένος από τις ικεσίες των ανθρώπων που πεινούσαν, διέταξε τον θεό του Άδη να ελευθερώσει την κόρη του. Αδυνατώντας να παρακούσει τις διαταγές του Δία, ο Πλούτωνας παγίδεψε την Περσεφόνη δίνοντάς της να φάει ένα ρόδι πριν την αφήσει, γνωρίζοντας πως αν κατανάλωνε τροφή στον Κάτω Κόσμο, θα δενόταν μαζί του και δεν θα μπορούσε να φύγει. Η κόρη έφαγε έξι σπόρια μονάχα κι όταν το έμαθε η Δήμητρα έγινε έξαλλη. Για να την ηρεμήσει, ο Δίας πρότεινε έναν συμβιβασμό: Για κάθε σπόρο που είχε φάει, η Περσεφόνη θα έμενε κι έναν μήνα στον Άδη. Έτσι, θα περνούσε το μισό χρόνο δίπλα στη μητέρα της και τον υπόλοιπο μαζί με τον Πλούτωνα. Έκτοτε, τους έξι μήνες που η Περσεφόνη ήταν στον Άδη, η Δήμητρα πενθούσε και μαζί της πενθούσε κι όλη η φύση και τους έξι μήνες που ανέβαινε στη Γη, όλα άνθιζαν από τη χαρά της.