
Ήφαιστος
Ο Προμηθέας, η φωτιά και το κουτί της Πανδώρας. Όταν ο Δίας ανέτρεψε τον πατέρα του, τον Τιτάνα Κρόνο, και έγινε αρχηγός όλων των Θεών του Ολύμπου, στράφηκε κατά των ανθρώπων. Ήθελε να τους καταστρέψει όλους για να κάνει μια νέα αρχή. Όμως ένας Τιτάνας, που μέχρι τότε ήταν σύμμαχος του Δία, ο Προμηθέας, του ανέτρεψε τα σχέδια. Ο Προμηθέας, που το όνομα του σημαίνει «προνοητικός», ήταν ο πιο έξυπνος από όλους τους Τιτάνες και προσέφερε στους ανθρώπους το δώρο της σκέψης, ενώ παράλληλα τους έμαθε πολλές τέχνες, δεξιότητες και επιστήμες, όπως την αστρονομία για να μελετούν τις τροχιές των άστρων και να αξιοποιούν αυτή τη γνώση στα θαλασσινά ταξίδια τους. Όταν κάποια στιγμή θέλησε να δώσει περισσότερο φαγητό στους ανθρώπους, ξεγελώντας τους θεούς, ο Δίας εξοργίστηκε και τους στέρησε τη φωτιά. Ο Προμηθέας όμως πήγε το ίδιο βράδυ στον Όλυμπο και την έκλεψε. Όταν ο Δίας το ανακάλυψε, έγινε έξαλλος και η εκδίκησή του ήταν τρομερή. Διέταξε το θεό της φωτιάς, τον Ήφαιστο, που ήταν σιδηρουργός να φτιάξει από πηλό μια νέα γυναίκα, όμορφη σαν αθάνατη θεά, που όμως θα έφερνε τη δυστυχία στο γένος των ανθρώπων. Όλοι οι θεοί την προίκισαν με θαυμαστά χαρίσματα. Η Αθήνα της έδωσε ζωή, ο Απόλλων της χάρισε μουσικό ταλέντο και ο Ερμής της δίδαξε την κατεργαριά. Η νέα γυναίκα πήρε ως δώρα όλα τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου. Γι’ αυτό και την ονόμασαν Πανδώρα. Έπειτα, ο Δίας χάρισε την Πανδώρα στον αδελφό του Προμηθέα, τον Επιμηθέα, που το όνομα του σημαίνει «αυτός που σκέφτεται μετά». Ο Προμηθέας είχε προειδοποιήσει τον αδελφό του να μη δεχτεί κανένα δώρο από τον Δία, αλλά ο Επιμηθέας είχε τόσο μαγευτεί από την ομορφιά της Πανδώρας, που την δέχτηκε για γυναίκα του. Ο Επιμηθέας είχε στο σπίτι του ένα σφραγισμένο κουτί μέσα στο οποίο βρίσκονταν όλα τα κακά και οι αρρώστιες, τα γηρατειά και οι αμαρτίες των ανθρώπων. Όλα αυτά τα άσχημα πράγματα οι δύο Τιτάνες αδελφοί τα κρατούσαν μακριά από τους ανθρώπους για να τους προστατεύσουν. Όμως, η κατεργάρα Πανδώρα φλεγόταν από περιέργεια να μάθει τι υπήρχε μέσα σε εκείνο το κουτί, ώσπου μια μέρα δεν άντεξε άλλο και το ξεσφράγισε. Τότε ξεχύθηκαν από μέσα όλα τα κακά που βασανίζουν τους ανθρώπους και τους κάνουν δυστυχισμένους. Τρομαγμένη η Πανδώρα για την πράξη της, έκλεισε ξανά το κουτί αλλά είχε μείνει πια μόνο η Ελπίδα μέσα, που της φώναζε να τη βγάλει. Η Πανδώρα άκουσε την αχνή, λυπημένη κραυγή της Ελπίδας και τη λευτέρωσε. Έτσι η Ελπίδα ήρθε στον κόσμο για να παρηγορήσει τους ανθρώπους για τα κακά που βγήκαν μέσα από το κουτί της Πανδώρας.